Της Βασιλικής Σδράκα
Από τις πιο ωραίες ιστορίες που έχω ακούσει είναι μια που μου είχε πει η θεία μου η
Χρυσηίδα, πριν από χρόνια.
Πρωταγωνίστρια μια παλιά της φίλη. Πίσω στο 1980 που δεν υπήρχαν κινητά και σαφώς τα social media ήταν ιδέα ασύλληπτη.
Ένα απόγευμα χτύπησε, το σταθερό τηλέφωνο της φίλης. Στη γραμμή άκουσε μια αντρική φωνή. Της ζήτησε κάποιον, του οποίου το όνομα, αυτή τη στιγμή, μου διαφεύγει.
Γρήγορα κατάλαβε πως εκείνος που της είχε τηλεφωνήσει έχει κάνει λάθος.
Ο άντρας τη ρώτησε αν κάλεσε Αθήνα και της είπε το νούμερο που είχε σχηματίσει στη συσκευή του. Την πληροφόρησε, μάλιστα, ότι καλεί από Θεσσαλονίκη.
Διαπίστωσαν ότι το νούμερο που είχε σημειώσει, ήταν το δικό της και ότι δεν πατήθηκε από ταχύτητα άλλος αριθμός. Εξ αρχής τον είχε γράψει λάθος.
Έπιασαν την κουβέντα.
Αποφεύγοντας να πλατειάσω, θα αναφέρω πως εκείνη την ημέρα μίλησαν κάπου δυο ώρες.
Την επόμενη, εκείνος τηλεφώνησε ξανά.
Τη ρώτησε αν ενοχλεί και της ανέφερε πως η συζήτηση που είχαν, του είχε φανεί ενδιαφέρουσα.
Η φίλη ανταποκρίθηκε. Τόνισε πως συμφωνεί και πως της είναι ευχάριστη η χροιά μα και ο τόνος της φωνής του.
Για κάποιους μήνες μιλούσαν καθημερινά.
Ωστόσο, δεν μπορούσαν να συναντηθούν λόγω απόστασης και εργασίας.
Είχαν έρθει πνευματικά αρκετά κοντά και μοιράζονταν τα πάντα. Στεναχώριες, χαρές, όλα δίχως ταμπού. Ένιωθαν ασφάλεια επειδή δεν γνωρίζονταν. Σαν τη μάσκα που αν σου φορέσουν θα πεις ...όλη την αλήθεια. Κατά τον Όσκαρ Ουάιλντ, τουλάχιστον.
Ο άντρας πήρε την απόφαση να κατέβει στην πρωτεύουσα και να την συναντήσει. Ένιωσε ερωτευμένος με την φίλη. Μα και η φίλη με αυτόν. Παράφορα, όπως η θεία μου, είπε.
"Κάθε μέρα μιλούσε για εκείνον και ας μην τον είχε γνωρίσει", ήταν μια φράση της καθώς μου εξιστορούσε.
Η γνωριμία τους ήταν σα μια φούσκα που έσκασε, όμως. Με τον ήχο εκκωφαντικό.
Κοντός, παχύς, καραφλός. Ήταν η περιγραφή που η θεία έδωσε.
Η φίλη απογοητευμένη, σχεδόν δεν άκουγε τι της έλεγε κατά τη διάρκεια του ραντεβού. Έφυγε νωρίς.
Εκείνος γύρισε στη Θεσσαλονίκη την επόμενη μέρα.
Για εβδομάδες, δεν είχαν καμία απολύτως επαφή.
Της έλειπε. Η θεία μου το έβλεπε. Η φίλη της δεν ήταν πια χαμογελαστή.
"Γιατί δε δοκιμάζεις να του κάνεις ένα τηλέφωνο;", την παρότρυνε.
"Θα μπορούσε να είστε φίλοι, δεν είναι απαραίτητο να προχωρήσεις (!!!)", συνέχισε.
Η φίλη δεν ήθελε και ιδιαίτερη πίεση. Δέχθηκε. Η θεία μου βέβαια, ήξερε. Η φίλη θα μάθαινε στη συνέχεια.
Τον κάλεσε με γόνατα που έτρεμαν. Εκείνος ξαφνιάστηκε.
Το τέλος δεν είναι διαφορετικό από αυτό που έχουμε συνηθίσει σε κλισέ ταινίες, γυρισμένες για μεγαλοκυρίες μόνες που απέχουν καιρό από το άθλημα των ενηλίκων.
Αφού βρέθηκαν μερικές φορές, η φίλη μετακόμισε στην συμπρωτεύουσα.
Ο άγνωστος κύριος, που άκουσε από "την άλλη μεριά" του τηλεφώνου δεν ήταν εκείνο που είχε φανταστεί. Είχε, μάλλον, φτιάξει Το Τέλειο στο μυαλό της. Πρόλαβε όμως και γνώρισε αυτό που υπήρχε μέσα από το -σύμφωνα με τα στερεότυπα- άσχημο περιτύλιγμα.
Τι θα γινόταν άραγε αν κανένας δεν έδινε σημασία στην εξωτερική εμφάνιση; Αν τίποτα από όλα αυτά που βλέπουμε δεν είχε σημασία;
Θα ήμασταν αλλιώς;
Οι ζωές μας θα ήταν διαφορετικές;
Και πως θα ήταν αυτό το αλλιώς;
Πρωταγωνίστρια μια παλιά της φίλη. Πίσω στο 1980 που δεν υπήρχαν κινητά και σαφώς τα social media ήταν ιδέα ασύλληπτη.
Ένα απόγευμα χτύπησε, το σταθερό τηλέφωνο της φίλης. Στη γραμμή άκουσε μια αντρική φωνή. Της ζήτησε κάποιον, του οποίου το όνομα, αυτή τη στιγμή, μου διαφεύγει.
Γρήγορα κατάλαβε πως εκείνος που της είχε τηλεφωνήσει έχει κάνει λάθος.
Ο άντρας τη ρώτησε αν κάλεσε Αθήνα και της είπε το νούμερο που είχε σχηματίσει στη συσκευή του. Την πληροφόρησε, μάλιστα, ότι καλεί από Θεσσαλονίκη.
Διαπίστωσαν ότι το νούμερο που είχε σημειώσει, ήταν το δικό της και ότι δεν πατήθηκε από ταχύτητα άλλος αριθμός. Εξ αρχής τον είχε γράψει λάθος.
Έπιασαν την κουβέντα.
Αποφεύγοντας να πλατειάσω, θα αναφέρω πως εκείνη την ημέρα μίλησαν κάπου δυο ώρες.
Την επόμενη, εκείνος τηλεφώνησε ξανά.
Τη ρώτησε αν ενοχλεί και της ανέφερε πως η συζήτηση που είχαν, του είχε φανεί ενδιαφέρουσα.
Η φίλη ανταποκρίθηκε. Τόνισε πως συμφωνεί και πως της είναι ευχάριστη η χροιά μα και ο τόνος της φωνής του.
Για κάποιους μήνες μιλούσαν καθημερινά.
Ωστόσο, δεν μπορούσαν να συναντηθούν λόγω απόστασης και εργασίας.
Είχαν έρθει πνευματικά αρκετά κοντά και μοιράζονταν τα πάντα. Στεναχώριες, χαρές, όλα δίχως ταμπού. Ένιωθαν ασφάλεια επειδή δεν γνωρίζονταν. Σαν τη μάσκα που αν σου φορέσουν θα πεις ...όλη την αλήθεια. Κατά τον Όσκαρ Ουάιλντ, τουλάχιστον.
Ο άντρας πήρε την απόφαση να κατέβει στην πρωτεύουσα και να την συναντήσει. Ένιωσε ερωτευμένος με την φίλη. Μα και η φίλη με αυτόν. Παράφορα, όπως η θεία μου, είπε.
"Κάθε μέρα μιλούσε για εκείνον και ας μην τον είχε γνωρίσει", ήταν μια φράση της καθώς μου εξιστορούσε.
Η γνωριμία τους ήταν σα μια φούσκα που έσκασε, όμως. Με τον ήχο εκκωφαντικό.
Κοντός, παχύς, καραφλός. Ήταν η περιγραφή που η θεία έδωσε.
Η φίλη απογοητευμένη, σχεδόν δεν άκουγε τι της έλεγε κατά τη διάρκεια του ραντεβού. Έφυγε νωρίς.
Εκείνος γύρισε στη Θεσσαλονίκη την επόμενη μέρα.
Για εβδομάδες, δεν είχαν καμία απολύτως επαφή.
Της έλειπε. Η θεία μου το έβλεπε. Η φίλη της δεν ήταν πια χαμογελαστή.
"Γιατί δε δοκιμάζεις να του κάνεις ένα τηλέφωνο;", την παρότρυνε.
"Θα μπορούσε να είστε φίλοι, δεν είναι απαραίτητο να προχωρήσεις (!!!)", συνέχισε.
Η φίλη δεν ήθελε και ιδιαίτερη πίεση. Δέχθηκε. Η θεία μου βέβαια, ήξερε. Η φίλη θα μάθαινε στη συνέχεια.
Τον κάλεσε με γόνατα που έτρεμαν. Εκείνος ξαφνιάστηκε.
Το τέλος δεν είναι διαφορετικό από αυτό που έχουμε συνηθίσει σε κλισέ ταινίες, γυρισμένες για μεγαλοκυρίες μόνες που απέχουν καιρό από το άθλημα των ενηλίκων.
Αφού βρέθηκαν μερικές φορές, η φίλη μετακόμισε στην συμπρωτεύουσα.
Ο άγνωστος κύριος, που άκουσε από "την άλλη μεριά" του τηλεφώνου δεν ήταν εκείνο που είχε φανταστεί. Είχε, μάλλον, φτιάξει Το Τέλειο στο μυαλό της. Πρόλαβε όμως και γνώρισε αυτό που υπήρχε μέσα από το -σύμφωνα με τα στερεότυπα- άσχημο περιτύλιγμα.
Τι θα γινόταν άραγε αν κανένας δεν έδινε σημασία στην εξωτερική εμφάνιση; Αν τίποτα από όλα αυτά που βλέπουμε δεν είχε σημασία;
Θα ήμασταν αλλιώς;
Οι ζωές μας θα ήταν διαφορετικές;
Και πως θα ήταν αυτό το αλλιώς;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου