Σάββατο 12 Μαΐου 2018

Η ΖΩΗ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΦΗΜΗΣ ΓΛΥΠΤΗ ΘΟΔΩΡΟΥ-ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΤΟΥ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΑ ΒΗΜΑΤΑ ΣΤΟΝ ΑΗ ΒΛΑΣΗ ΑΓΡΙΝΙΟΥ.

Σημαντικά στοιχεία για την ζωή και το έργο του συμπατριώτη μας  και παγκοσμίου φήμης γλύπτη Θόδωρου Παπαδημητρίου (Κατάγεται  στον Άγιο Βλάσιο Αγρινίου)αποκαλύπτονται μέσα από το εκπαιδευτικό πρόγραμμα  του 2016,της Σοφίας Πελλοπονησίου Βασιλάκου.

Παραθέτουμε όλη την εργασία,η οποία εμπεριέχει πολλά στοιχεία από την ιδιαίτερη πατρίδα του καλλιτέχνη,και πως αυτές οι πρώτες εικόνες επηρέασαν την μετέπειτα πορεία του.

ΘΟΔΩΡΟΣ, γλύπτης ΣΤΙΓΜΑΤΑ ΠΟΡΕΙΑΣ ΙΧΝΗ ΣΠΟΥΔΩΝ
Εκπαιδευτικό Πρόγραμμα, 2016 Σοφία Πελοποννησίου - Βασιλάκου

Στόχος του συγκεκριμένου εκπαιδευτικού προγράμματος με αφορμή την έκθεση «Θόδωρος, γλύπτης - Στίγματα Πορείας/ΊΧΝΗ ΣΠΟΥΔΩΝ 1947- 1962» που φιλοξενείται στο Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης δεν είναι μόνο να παρουσιαστούν τα συγκεκριμένα έργα του Θόδωρου, από την αρχή της πορείας του μέχρι τις Πύλες.
Στόχος είναι επίσης να επιτρέψουν στον θεατή να επικοινωνήσει μαζί τους και να αποκαλύψει τον τρόπο με τον οποίο ο Θόδωρος μελέτησε τη γλώσσα του σχεδίου, και την αρχή μιας πορείας που οδήγησε στις διαχρονικές δημιουργίες του.
Το πρόγραμμα αυτό φιλοδοξεί επίσης να θυμίσει τα στίγματα με τα οποία πορεύτηκε ο Θόδωρος και να παρουσιάσει το σκεπτικό του γύρω από τα ζητήματα που αφορούν τις σκέψεις του για την επικοινωνία, τη γλυπτική και τον πολιτισμό.
Καταρχήν για να μπορέσει να γίνει αντιληπτή η πορεία του ως γλύπτη, θα πρέπει να κατανοηθούν οι πολιτικο-οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες της εποχής καθώς και το γεωγραφικό και ιστορικό πλαίσιο στο οποίο μεγάλωσε. Η δικτατορία του Μεταξά, ο πόλεμος και ο εμφύλιος που ακολούθησε δεν τον άφησαν ανεπηρέαστο. Για να θυμηθούμε τα λόγια του: «Ο τόπος που γεννήθηκα και ενηλικιώθηκα, το Αγρίνιο, και το χωριό του πατέρα μου, ο Άγιος Βλάσης, κατά το Μεσοπόλεμο, την Κατοχή και τον Εμφύλιο αλλά και η Αθήνα των μεταπολεμικών χρόνων δημιούργησαν τις ρίζες μου στην τέχνη"

Η σχέση του Θόδωρου με την τέχνη, η διάθεση για τη δημιουργία σχεδίων ξεκίνησε από την ανάγκη του να δημιουργήσει αυτά που θα του επέτρεπαν να επικοινωνήσει καλύτερα τους άλλους. Ήθελε μέσα από τα σχέδια που έκανε να τους γνωρίσει καλύτερα αλλά και να κερδίσει την αγάπη τους. Αρχικά ως παιδί άρχισε να φτιάχνει διάφορα αντικείμενα από πηλό, ξύλο και άλλα υλικά τα οποία χρησιμοποιούσε ως παιχνίδια για τον ίδιο, για να δημιουργεί έναν κόσμο για τον εαυτό του και τους φίλους του, για να τους ευχαριστήσει και να τους κερδίσει. Η μαγεία της χειροποίητης κατασκευής τον οδήγησε στο να θαυμάζει τους χειρώνακτες τεχνίτες καθόλη τη διάρκεια της ζωής του και να αποφασίσει ότι θα πορευτεί ως γλύπτης, ως Homo Faber. Ακόμα και όταν στράφηκε προς τη γλυπτική, ο στόχος παρέμεινε πάντα η επικοινωνία με τους άλλους, η επικοινωνία με το κοινό και η επικοινωνία των έργων που δημιουργούσε με τον δημόσιο χώρο και τα κοινωνικά ζητήματα.


Στο Αγρίνιο, όπου γεννήθηκε το 1931, μια επαρχιακή πόλη χωρίς ευαισθησία σε θέματα τέχνης, πέρασε τα πρώτα του χρόνια και έζησε κατά τη διάρκεια της κατοχής. Εκεί τον στιγμάτισαν οι χειμώνες, το σχολείο, οι γειτονιές της πόλης. Την ίδια περίοδο περνούσε τα καλοκαίρια στον Άγιο- Βλάση, στο παλιό σπίτι με την πέτρινη κάμαρα, και γνώρισε τα χωράφια, τα καπνά και γενικά τον αυτόνομο αγροτικό οικισμό που αργότερα ο πόλεμος κατέστρεψε ολοσχερώς. Εκεί, στον Άγιο-Βλάση, τον καιρό του εμφυλίου, γνώρισε την καταστροφή, είδε το πατρικό του σπίτι να καίγεται για μέρες και να γίνεται ερείπιο. Εκεί ήρθε σε επαφή με ηρωισμούς και προδοσίες, με την βαρβαρότητα και απληστία των μαυραγοριτών αλλά και με την μεγαλοψυχία και γενναιοδωρία των απλών ανθρώπων.
«Στον Άγιο Βλάση ήταν το πατρικό σπίτι του πατέρα μου, με το οποίο ήμουν πολύ δεμένος. Τα πρώτα παιδικά μου χρόνια ήταν δύσκολα καθώς έχασα τον πατέρα μου πολύ νωρίς. Αλλά υπήρχε ένα όμορφο κλίμα σε οικογενειακό επίπεδο.
Μετά ήρθε ο πόλεμος, η κατοχή και μαζί η ανθρώπινη κακομοιριά, που με απώθησε και κρύωσε την ψυχή μου».

                                                         Αυτοπροσωπογραφία, 1956

Η ανάγκη να δημιουργεί με τα χέρια του έχει γεννηθεί από την παιδική του ηλικία όταν προσπάθησε να παρηγορήσει με τα έργα του τους συμμαθητές του, αλλά και να κεντρίσει το ενδιαφέρον τους. Όμως οι εποχές ήταν δύσκολες και ακόμα και τα απλά μέσα, δυσεύρετα. Η πρώτη φορά που αρχίζει να σχεδιάζει πιο ελεύθερα, είναι ενόσω εργάζεται, για βιοποριστικούς λόγους, στο γραφείο ενός βουλευτή. Εκεί θα βρει άπλετο χαρτί για πέταμα, μολύβι και άλλα υλικά που θα του παρέχουν την πρώτη ύλη για να σχεδιάζει. Η οικογένειά του είναι από τα αγαπημένα του θέματα.

                                       Γιαγιά Παρασκευή, 1954                   H μάνα μου1955

Τα σχέδια της περιόδου 1952-1955 έγιναν στο Αγρίνιο και στον Άγιο Βλάση και ως μοντέλα χρησιμοποίησε ανθρώπους από την οικογένεια και το περιβάλλον του, με στόχο να κατανοήσει καλύτερα τον χαρακτήρα του κάθε ανθρώπου που προσπαθούσε να απεικονίσει και να εκφράσει τα αισθήματά του για εκείνους. Το ίδιο ήθελε να κάνει και στην τέχνη και υποστήριζε πως πρώτα πρέπει να κατανοήσεις και να αποκωδικοποιήσεις την τέχνη και μετά θα μπορέσεις να την υπηρετήσεις

H αδελφή του Βιβή, 1955

.
Ο Θόδωρος απεικόνισε την Βρύση του Άη- Βλάση, στην οποία έπαιζαν παιδιά για να μη χαθεί ποτέ η ανάμνησή της. Η Βρύση αυτή δεν σώζεται πια.

Θεία Μυρσίνη, 1956

Ο Θόδωρος έδινε πάντα μεγάλη σημασία στους άλλους και θεωρούσε πως «οι άλλοι με έκαναν αυτό που είμαι». Ενδεικτικό είναι ότι την περίοδο 1959-1962 άρχισε να γράφει και ένα βιβλίο με τίτλο: «Εγώ είμαι οι άλλοι»

Βιβή, 1953-54 Πίπης, 1955 Θεόφιλος Ντόκας «Λαλάκης» 1955 Μπάρμπα-Κώστας «Φουστανελάς», 1954

Λίγα χρόνια αργότερα, εγκαθίσταται στην Αθήνα, περνάει τρίτος στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών και έχει καθηγητή τον Μιχάλη Τόμπρο. Ωστόσο καθόλη την διάρκεια των σπουδών του διατηρούσε αμφιβολίες για το αν διέθετε τις ουσιαστικές δυνατότητες για δημιουργία αξιόλογου έργου. Τις αμφιβολίες αυτές διατήρησε σε όλη του την πορεία και, καθώς δεν θεωρούσε τον εαυτό του «ταλαντούχο», μελετούσε και δούλευε όσο πιο σκληρά μπορούσε. Ταυτόχρονα παρακολούθησε και μαθήματα στη Σχολή Θεάτρου Μουζενίδη, μια εμπειρία που αργότερα του φάνηκε χρήσιμη στις performances.
Στην Αθήνα θα παραμείνει μέχρι το 1958.
Η περίοδος του πρώτου χρόνου στην Αθήνα αποτυπώνεται και από τα ίδια του τα λόγια για το πώς θυμάται την ημέρα των γενεθλίων των 20 χρόνων του, στις 25 Ιουνίου του 1951:
«Έκλεινα τα 20 χρόνια μου και βρισκόμουν στην Αθήνα ήδη ένα χρόνο. Έψαχνα για οποιαδήποτε εργασία για να βιοποριστώ: εισπράκτορας λεωφορείων, γραμματέας βουλευτή, διακοσμητής σε πορσελάνες... Ήταν μια μέρα που έθεσα ενώπιον μου το ζήτημα της αυτοκτονίας και το ξεκαθάρισα μέσα μου. Τότε που διάλεξα τον δημιουργικό αγώνα της ζωής από τον ναρκισσισμό της γοητείας του θανάτου. Τότε που έθεσα τις ρίζες που τροφοδότησαν και ακόμα τροφοδοτούν έργα και κείμενά μου. Τότε άρχισα να επικοινωνώ με σημαντικά κείμενα της φιλοσοφίας και της λογοτεχνίας και με τα μεγάλα έργα τέχνης, τα οποία μου έδωσαν τη δύναμη να συνεχίσω να ελπίζω και να αγωνίζομαι με πάθος...»
                             Μιχάλης Τόμπρος, 1954

Τόσο στα σχέδια, όσο και στα γλυπτά του δεσπόζει η αλυσίδα των βιωμάτων του Θόδωρου με τους άλλους. Εξάλλου η όλη του πορεία προς την τέχνη είναι βιωματική και παράγωγο της επικοινωνίας που είχε με τους ανθρώπους και ιδιαίτερα με εκείνους που αποτέλεσαν την οικογένειά του, τους φίλους και ανθρώπους του περιβάλλοντος του. Μέσα από τα σχέδια και τα γλυπτά του μπορούσε να βγαίνει από τον εαυτό του και να γνωρίζει τον άλλον. Στα ακόλουθα γλυπτά απεικονίζει την μητέρα του και τη σύζυγό του Κατερίνα.


                                                            Η ΜΑΝΑ ΜΟΥ 1953



ΚΑΤΕΡΙΝΑ 1958

Τον Ιούνιο του 1954 διέκοψε τις σπουδές του για να πάει στρατό. Κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας αναζήτησε μοντέλα ανάμεσα στους φίλους του φαντάρους. Εκείνη την εποχή ακόμα αντιμετώπιζε το σχέδιο με κάποια συγκράτηση και αυτό φαίνεται και από τις αχνές γραμμές που τα αποτυπώνει..
Η θητεία του στον στρατό του επέτρεψε να μάθει να επιβιώνει απέναντι σε ιεραρχικά συστήματα. Όμως η όλη κατάσταση που επικρατούσε στην μεταπολεμική Ελλάδα τον έπνιγε και ζητούσε διέξοδο.

Φαντάρος, 1954
«Πνιγόμουν, ήθελα να φύγω από την Ελλάδα και τα κατάφερα με την υποτροφία που κέρδισα. Αυτή ήταν και η απελευθέρωσή μου. Στο Παρίσι ανέκτησα τη γνησιότητά μου ως Έλληνας. Στην Γαλλία ανέκτησα τη γλώσσα και την ιθαγένειά μου, ανέκτησα ότι πιο ουσιαστικό είχα ως Αγρινιώτης, ως Έλληνας!»

    Πορτρέτα φαντάρων, 1954

Ο Θόδωρος αντιλαμβάνεται τον εαυτό του ως τεχνίτη, ο οποίος δουλεύει συστηματικά πάνω στην κατανόηση και ερμηνεία της γλώσσας του σχεδίου. Δεν τον ενδιαφέρει το εικαστικό αποτέλεσμα αλλά το να γίνει ο θεατής μέτοχος της μαθητείας του στο σχέδιο και στην προσωπική του διαδρομή. Τα σχέδια 1947-1962 είναι ένα εικαστικό αρχείο που επιτρέπει στο θεατή να εστιάσει σε αυτό που προηγήθηκε από την μετέπειτα πορεία του Θόδωρου. Είναι σχέδια με το βλέμμα προς τα πίσω, τα οποία επιτρέπουν στον θεατή, ακόμα και αν είναι μισοτελειωμένες μορφές, να σκεφτεί με ποιους τρόπους έγιναν και πως ο Θόδωρος μέσα από το σχέδιο οδηγήθηκε στη μετέπειτα τέχνη του πειραματισμού

     Χορεύτρια, μοντέλο στ ην ΑΣΚΤ, 1955



   Κώστας Λούστας, 1957

Με το έργο αυτό που έφτιαξε στα χρόνια των σπουδών του, ο Θόδωρος θέλησε μέσα από την εικόνα του θερισμού να θυμίσει την εκμετάλλευση της φύσης από τον άνθρωπο. Το θέμα της ανάπτυξης και της προόδου άλλωστε είναι από αυτά που τον απασχόλησαν στην σκέψη και το έργο του.
Για εκείνον ο ρόλος του πολιτισμού θα έπρεπε να ήταν να ρυθμίζει τις δομές της κοινωνίας για βιώσιμη ανάπτυξη και ισόρροπη εξέλιξη. Άλλωστε ο πολιτισμός περικλείει την λέξη πόλη. Η πόλη είναι ο κοινός τόπος μέσα στον οποίο οι «πολίτες» διαβιούν και δημιουργούν.
Η βιομηχανική επανάσταση επέφερε ριζικές αλλαγές στη δομή της πόλης σε σχέση με τη φύση αλλά και στη λειτουργία του πολίτη μέσα σε αυτή. Οι ιδέες για πρόοδο που ταυτίστηκαν με την ταχύτητα, την ολοένα αυξανόμενη παραγωγή, έφεραν τελικά δυσμενείς επιπτώσεις όχι μόνο στην ποιοτική συμβίωση των ανθρώπων σε συγκεκριμένους τόπους αλλά και στην επιβίωση του είδους πάνω στη γη.
Η λύση βρίσκεται στο αίτημα για ποιότητα σε όλες τις κλίμακες της ζωής, πράγμα το οποία θα επιτρέψει τη δημιουργία ενός νέου πολιτισμού και αυτό το αίτημα απασχόλησε σε όλη του την πορεία τον Θόδωρο.
    ΘΕΡΙΣΜΟΣ 1957 Έπαινος σε διαγωνισμό

Η ευκαιρία για να γνωρίσει καινούργιους ορίζοντες του δόθηκε όταν κέρδισε την υποτροφία του ΙΚΥ για σπουδές στο Παρίσι. Εκεί μπόρεσε να πλουτίσει τις γνώσεις του σε διάφορους τομείς. Ενδεικτικά αναφέρουμε το σεμινάριο πολεοδομίας που παρακολούθησε και που του επέτρεψε να διερευνήσει τις σχέσεις γλυπτικής και αστικού περιβάλλοντος.
        ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ 1958 (Διαγωνισμός για την υποτροφία του ΙΚΥ)

Ο Θόδωρος επιδίωξε με τα έργα γλυπτικής που δημιούργησε να δημιουργήσει σχέσεις με τους ανθρώπους του τόπου, με την κουλτούρα τους και τις συμπεριφορές τους.
         Γυναίκα με κόκορα, 1957                                                                          Προμηθέας, 1959


                                                        Μελέτη για μνημείο, 1959

Στα χρόνια των σπουδών του στο Παρίσι συνειδητοποίησε πως δεν του ταίριαζε να χρησιμοποιήσει τη μορφή του ανθρώπινου σώματος για να εκφράσει συναισθήματα ή σχόλια πάνω σε κοινωνικές καταστάσεις και πως η ανθρωπομορφική γλυπτική τον οδηγούσε σε αδιέξοδο. Μέσα από τα σχέδια που παρουσιάζονται από την αρχή της πορείας του μέχρι τις Πύλες αλλά φυσικά και στη συνέχεια, φαίνεται καθαρά πως όσο προχωρούσε ο Θόδωρος, τόσο μεγάλωνε και η άρνησή του να υποταγεί σε εικονογραφικά και εμπορικά στερεότυπα και η άσκηση του δικαιώματος του να διερευνήσει και να σχολιάσει.

             Μελέτη γιά τις Πύλες, 1960


Μελέτες για τις Πύλες

Με το έργο «Πύλες» Θέλησε να ερευνήσει την γλυπτική στα πλαίσια της σύγχρονης τέχνης.
Το υλικό που διάλεξε ήταν το σίδερο μια και το «σίδερο» ήταν αυτό που χαρακτήρισε τον βιομηχανικό πολιτισμό. Είναι άλλωστε η εποχή που προσδιορίζεται ως γλύπτης Θόδωρος, δηλαδή ως χειρώνακτας τεχνίτης, ως Homo Faber.

       Πύλη του Σηκουάνα, 1961

Τι είναι όμως ένα έργο τέχνης για έναν διεθνώς καταξιωμένο και αναγνωρισμένο δημιουργό; Όπως λέει σε συνέντευξή του:
 «Για μένα έργο τέχνης σημαίνει να πυκνώσω τον χρόνο, όχι να δημιουργήσω κάτι στιγμιαίο και αναλώσιμο, όπως ένα επίκαιρο σλόγκαν. Τέχνη χωρίς ερωτήματα είναι δημαγωγία. Ο δέκτης πρέπει να είναι ενεργός, έτοιμος να αμφισβητήσει, γι'αυτό και πιστεύω ότι η μεγάλη τέχνη έγινε την εποχή που οι πολίτες αποτελούσαν υψηλούς δέκτες. Οι παθητικοί δεν με ενδιαφέρουν».
Και τι τον ενοχλεί; 
«Το ότι έχει αλλάξει η σχέση μας με την τέχνη. Κάποτε αποτελούσε πρωταρχικό ζήτημα, τώρα μπήκε στο επιφαινόμενο της ζωής, έγινε αντίστοιχη του πολιτισμού μας. Αντί να στηρίζει τις σχέσεις επιβίωσης, συμβίωσης και διαβίωσης, υπερεξειδικεύτηκε και μετατράπηκε σε ένα γκλάμορους σύστημα».
Και ποιος φταίει για όλα αυτά;
 «Δεν είναι το θέμα να βρούμε τις εξωτερικές αιτίες, αλλά το δικό μας βάρος ευθύνης στον τρόπο που εξελίσσεται ο πολιτισμός», απαντά. «Είναι άλλοθι για να μη συνειδητοποιήσουμε τη θέση μας στον κόσμο και την ανάγκη ανασυγκρότησης του πολιτισμού μας. Πιστεύω πάντως ότι υπάρχει ακόμη ευκαιρία. Όσο αντιμετωπίζω σκληρές καταστάσεις τόσο πιστεύω ότι υπάρχει ελπίδα. Και όσο ελπίζω τόσο μάχομαι».
Πήγασος, Πύλες, 1962

                                                         
Για τον Θόδωρο η γλυπτική δεν απευθύνεται μόνο στο μάτι. Δεν είναι μόνο θέαμα. Η γλυπτική βρίσκει το νόημά της πέρα από την προσωπική έκφραση και παίρνει περιεχόμενο ως συνισταμένη μιας συλλογικής έκφρασης. Η γλυπτική φέρνει ένα σύνολο πληροφοριών στον άνθρωπο: Πληροφορίες για τις «τεχνολογικές δυνατότητες» της εποχής που προκαλούν θαυμασμό και δέος. Η γλυπτική δεν ανήκει στα προσωρινά θεάματα. Εκφράζει την ανάγκη του ανθρώπου για «διάρκεια», μια διάρκεια σαν φυσική ή μεταφυσική προέκταση του ανθρώπου. Η ανάγκη για την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη φυσική διάρκεια, κερδιζόταν με την επιλογή του ανθεκτικού υλικού απέναντι στη φθορά. Γ ια αυτό και δεν είναι τυχαίο ότι η γλυπτική, λόγω των υλικών που χρησιμοποιούνται αλλά και λόγω των θεμάτων που επιλέγονται, είχε πάντα στενή σχέση με ότι αντιπροσώπευε το αιώνιο.
Γ ια αυτό και η στενή της σχέση με την πολιτεία (μνημεία, ήρωες), με την θρησκεία (ναοί) αλλά και με τον θάνατο (ταφικά μνημεία).
Καταπέλτης Τεχνητών Ήλιων, 1967

Η γλυπτική δεν είναι μόνο θέαμα, αλλά απόδοση μιας συλλογικής έκφρασης και οράματος μέσα από την προσωπική έκφραση του γλύπτη. Γιατί ο ίδιος έγινε γλύπτης και όχι καλλιτέχνης όπως τονίζει ο ίδιος. Σύμφωνα με τα λόγια του:
«Δεν συμβιβάστηκα με την εικόνα του καλλιτέχνη. Έβαλα την ανθρωπιά πριν από την τέχνη, γι’ αυτό και δεν δήλωσα ποτέ καλλιτέχνης, αλλά γλύπτης. Τεχνίτης δηλαδή που σέβεται την τέχνη με το ήθος των παλιών μαστόρων, έξω από το σύστημα του γκλάμουρ. Το αρνήθηκα βιωματικά, διότι δεν με ενδιέφερε να κάνω τον σπουδαίο, αλλά να κάνω σπουδαία πράγματα».

    ΣΙΣΥΦΟΣ, 2006 - ΔΙΕΛΚΥΣΤΙΝΔΑ ΤΕΧΝΗΣ

Ο Θόδωρος έδωσε έμφαση στη γλυπτική για το δημόσιο χώρο και αναζητούσε τη λειτουργία του γλυπτού στη σύγχρονη πόλη. Ήθελε με τα έργα του να προκαλέσει το κοινό να συμμετάσχει στα κοινά. Για αυτό και σε αρκετές περιπτώσεις το έργο του διασπάται ώστε να προκαλέσει τη συμμετοχή του κοινού.

Καρυάτιδα, 1969           Πλωτή Καρυάτιδα,               Καρυάτιδα O, 1994        Καρυάτιδα D, 1994
                                                                         

Κλείνοντας θα ήταν παράλειψη να μην αναφερθεί το πώς βίωσε ο Θόδωρος την τέχνη και πως πορεύτηκε. Σύμφωνα με τα λόγια του, βίωσε την τέχνη ως πλεούμενο όχημα με πυξίδα την αναζήτηση της ποιότητας στη ζωή. Την βρήκε και την αξιοποίησε στη δουλειά του πηγαίνοντας ενάντια στα διάφορα ρεύματα της κάθε εποχής και αποφεύγοντας τις διάφορες ετικέτες, όπως αυτόν του πρωτοπόρου και του επαναστάτη. Από δική του υπαρξιακή αναγκαιότητα απέφυγε να εμπλακεί σε αυτή την επιφανειακή κουλτούρα και φυσικά δεν χρησιμοποίησε ποτέ ιδεολογικά τσιτάτα.
 Πίστευε ακράδαντα ότι η τέχνη, για να είναι αληθινή, θα πρέπει να βρίσκεται υπό κρίση συνεχώς και ο καλλιτέχνης το ίδιο για να είναι ζωντανός και να δημιουργεί. Ο ίδιος άλλωστε είναι πάντα υπό κρίση και τα έργα που φτιάχνει τα χρησιμοποιεί ως μέσο επικοινωνίας με το κοινό. Αυστηρός με τον εαυτό του θεωρεί πως ιστορικά δεν τα κατάφερε και λέει χαρακτηριστικά « Η ιστορία είναι αλλού και εγώ αλλού».

Όσο για τα έργα που δημιούργησε, ξεκαθαρίζει πως δεν ήταν ποτέ επίκαιρα αλλά διαχρονικά. Και πως πάνω από όλα πορεύτηκε ως τεχνίτης και όχι ως καλλιτέχνης, ψάχνοντας πίσω από τα υλικά τη διαχρονικότητα με μία μαθηματική και όχι φιλολογική σκέψη. Και καταλήγει λέγοντας: «Όταν η τέχνη έγινε αφήγηση, εγώ πήγα αλλού. Αυτή ήταν η σύγκρουσή μου, με την ιστορία της τέχνης».

Το εκπαιδευτικό έντυπο πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της έκθεσης:

ΘΟΔΩΡΟΣ, γλύπτης 
ΣΤΙΓΜΑΤΑ ΠΟΡΕΙΑΣ
ΙΧΝΗ ΣΠΟΥΔΩΝ 1947-1962

Σχεδιασμός προγράμματος και επιλογή υλικού: Σοφία Πελοποννησίου - Βασιλάκου
© Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης Εκπαιδευτικά Προγράμματα,
Αθήνα 2016

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου