Ο αμαξιτός δρόμος Αγρινίου - Αγίου Βλασίου: Απόσπασμα από τα "Ενθυμήματα μιας ζωής "του Βασιλείου Ν. ΣαλάκουΟ Βασίλειος Σαλάκος (1920-2001)ήταν καθηγητής φιλόλογος απ το Αγρίνιο.Τον αδελφό του Χρήστο Σαλάκο κρέμασαν το 1944 οι Γερμανοί στην κεντρική πλατεία Αγρινίου, μαζί με τον Αβραάμ Αναστασιάδη και Πάνο Σούλο. Γιος του είναι ο επίκουρος καθηγητής Μαιευτικής και Γυναικολογίας, στην ιατρική σχολή Αθηνών Νικόλαος Β Σαλάκος .
"Στα κατοπινά χρόνια, από το 1932 ως το 1936, αν θυμάμαι καλά, αποφασίστηκε το χαλικόστρωμα του αμαξιτού δρόμου Αγρίνιου-Αγίου Βλασίου.
Ασφαλτος εκείνη την εποχή δεν χρησιμοποιούνταν ακόμα στην οδοποιία μας και μάλιστα σε επαρχιακούς δρόμους. Το υπόστρωμα γινόταν με σπαστές πέτρες από το διπλανό ποτάμι του Ζέρβα, ένα μεγάλο ξηροπόταμο της περιοχής εκείνης.Από εκεί κουβαλούσαν τις κάτασπρες πέτρες με ζώα ή κάρα και τις απόθεταν στην άκρη του δρόμου σε ξεχωριστούς σωρούς ο κάθε εργαζόμενος, για να μπορεί ο σημειωτής του εργοδότη να τις υπολογίζει σε κυβικά και να κανονίζει την αμοιβή του κάθε κουβαλητή χωρικού.
Γιατί όλοι οι δυνάμενοι να εργαστούν σε μια τόσο σκληρή δουλειά, έσπευσαν από τα γύρω χωριά να βρουν μια θέση για να εργαστούν. Άλλοι χωρικοί αναλάβαιναν το σπάσιμο της ολόλευκης πέτρας σε μικρά κομμάτια. Και αυτή η σκληρή, όσο και επικίνδυνη εργασία, μέσα στο κατακαλόκαιρο, χωρίς προστατευτικά για τα μάτια των εργαζομένων γιαλιά, πληρωνόταν με ελάχιστες δραχμές κατά κυβικό, ώστε να χρειάζεται μεροκάματο. Έτσι οι κάτοικοι των γύρω από το δρόμο χωριών πότιζαν με τον ιδρώτα τους και πολλές φορές και με το αίμα τους, το στρώσιμο του δρόμου τους - Αγρίνιο-Φραγκόσκαλα-Αγιο Βλάση.
Σκληρό μεροκάματο μέσα σε δυσβάσταχτα σκληρές συνθήκες, ζήτημα να έφτανε τις 100 δραχμές, αλλά το κυνηγούσαν οι κάτοικοι των γύρω από το έργο περιοχών και μάλιστα το θεωρούσαν ευκαιρία της ζωής τους. Γιατί με αυτό τον τρόπο εξοικονομούσαν λίγα χρήματα, με τα οποία θα εξασφάλιζαν τα αναγκαία για τον επερχόμενο χειμώνα, που θα τους έβρισκε ξεθεωμένους από τη σκληρή δουλειά της πέτρας και της σποράς των λιγοστών χωραφιών τους...Μετά την πέτρα, αφού κάποτε ολοκληρώθηκε η επίστρωση του αμαξιτού δρόμου και τα λιγοστά εκείνη την εποχή, αυτοκίνητα, άρχισαν να ανεβοκατεβαίνουν, μια άλλη δουλειά μπήκε στη σκληρή ζήση τους..
Η ΡΕΙΚΟΡΙΖΑ
Κάποιοι
Αγγλοι ή τοπικοί αντιπρόσωποι Αγγλικής
Εταιρείας, ζήτησαν από τα χωριά της
περιοχής (Ορεινή Τριχωνίδα), να ασχοληθούν
με την εξόρυξη της ρεικόριζας, δηλαδή
να βγάζουν ρίζες από τα ρείκια που
αφθονούσαν στα δάση της περιοχής.
Γιατί
η σκληρή και συμπαγής ρεικόριζα αποτελούσε
το καταλληλότερο ξύλο για την κατασκευή
της πίπας καπνίσματος.
Η πίπα για τους
Αγγλους ήταν το κατ’ εξοχήν χαρακτηριστικό
του άντρα καπνιστή. Ξεχύθηκαν λοιπόν
στα κοντινά δάση οι κατά κανόνα άνεργοι
χωρικοί των γύρω από τον αμαξιτό δρόμο
περιοχών και όταν έβρισκαν την
κατάλληλη ρίζα, την ξεθεμέλιωναν με
μεγάλη προσοχή, την καθάριζαν με τα
πρόχειρα ξυλουργικά τους εργαλεία
και αφού συσσώρευαν ένα αρκετά βαρύ
φόρτωμα για το υποζύγιό τους, μοναδικό
μεταφορικό μέσο για όλα τα χωριά,
ξεκινούσαν για το μεγάλο δρόμο, όπως
συνήθιζαν να αποκαλούν το δημόσιο δρόμο.
Εκεί
ήταν εγκαταστημένοι οι πράκτορες της
αγοράστριας Εταιρείας, εκεί γινόταν
μια εξονυχιστική διαλογή του εμπορεύματος
και η αποτίμηση της αξίας του. Με
τον
τρόπο αυτό συμπλήρωναν μα πάρα πολύ
σκληρή δουλειά, τα οικονομικά της οικογένειάς τους.
Πολλές φορές άκουγα τα
παράπονά τους για τη σκληρή συμπεριφορά
των αντιπροσώπων της Εταιρείας που
είχαν τέλεια ανεξέλεγκτο δικαίωμα
να κάνουν συνήθως εξοντωτική διαλογή
του φορτίου, να πετάνε στην άκρη το μισό
και πλέον απ’ αυτό, ως ακατάλληλο για
χρήση, και γύριζαν στα χωριά τους με την
πίκρα και την απογοήτευση του χαμένου
ξεθεώματός τους, αφού όπως προανάφερα,
τις πιο πολλές φορές ζύγιζαν το μισό ή
και λιγότερο από το φορτίο που έφερναν
για πώληση. Δεν μπορούσαν να καταλάβουν
τους νόμους της αγοράς εκείνης της εποχής..."


Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου