ΜΙΚΡΗ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΤΗΣ Ε.Ε. ΠΟΥ (ΔΕΝ??)ΑΓΑΠΗΣΑΜΕ....
ΔΡΑΧΜΗ
Μια ιστορική αναδρομή
Ιστορικά, το εθνικό
νόμισμα της Ελλάδας, η δραχμή, από την υιοθέτησή της επί Οθωνα το 1833,
συνδέθηκε με το γαλλικό φράγκο, ακολούθησε η σύνδεσή της με την αγγλική
λίρα και από το 1953, με τη μεταρρύθμιση του Σπύρου Μαρκεζίνη, συνδέθηκε
με το δολάριο των ΗΠΑ, σε αναλογία 1 δολάριο= 30 δραχμές. Στα
πλαίσια των προετοιμασιών για την ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ, η τότε
κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, το 1975, "αποδέσμευσε" τη δραχμή από το
δολάριο. Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ το Γενάρη του 1983 την ξαναδέσμευσεμε το
δολάριο για να την "αποδεσμεύσει" τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου. Τώρα
επιδιώκεται η ένταξη της δραχμής στο Ευρωπαϊκό Νομισματικό Σύστημα, που
οδηγεί στο κοινό νόμισμα της ΕΕ, το ΕΥΡΩ. Οι προσπάθειες των
ιθυνόντων της ΕΕ για τη νομισματική ενοποίηση των χωρών - μελών,
γίνονται εδώ και πάνω από τρεις δεκαετίες. Με απόφαση της Διάσκεψης
Κορυφής στη Χάγη το 1968 ιδρύθηκε το λεγόμενο "νομισματικό φίδι" που
λειτούργησε στα χρόνια 1972 - 1979. Στο Συμβούλιο των Υπουργών της
ΕΟΚ το 1971 πάρθηκε απόφαση για την ενοποίηση της νομισματικής
πολιτικής. Λόγω των αντιθέσεων η Μ. Βρετανία, η Γαλλία και η Ιταλία
μποϊκοτάρισαν το σύστημα του "νομισματικού φιδιού" και έτσι απέτυχε.
Μετά από πρωτοβουλία της Γερμανίας και της Γαλλίας ιδρύθηκε -στις 13
Μάρτη 1979- το ΕΝΣ, που αντικατέστησε την Ευρωπαϊκή Λογιστική Μονάδα και
υιοθέτησε την Ευρωπαϊκή Νομισματική Μονάδα, το ECU. Ο μηχανισμός λειτουργίας του ΕΝΣ αποσκοπεί στην επίτευξη των στόχων της νομισματικής ενοποίησης των χωρών - μελών της ΕΕ.
Ε.Ε
Μικρό ιστορικό Πώς, όμως, φτάσαμε στην
Ευρωπαϊκή Ενωση; Η ιστορία ξεκινά αμέσως μετά το Β` Παγκόσμιο Πόλεμο. Το
σοσιαλιστικό σύστημα, τα σύνορα του οποίου με τον καπιταλισμό
βρίσκονται στο έδαφος της Ευρώπης και, μάλιστα, στη Γερμανία (είναι τα
σύνορα Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας Γερμανίας και Λαοκρατικής Δημοκρατίας
της Γερμανίας, Ανατολικής και Δυτικής, όπως τις ονόμαζαν οι
καπιταλιστές) βρίσκεται σε άνοδο.
Το αμερικάνικο κεφάλαιο έχει
διεισδύσει στην Ευρώπη με το Σχέδιο Μάρσαλ, προκειμένου να ισχυροποιήσει
τον καπιταλισμό, που ήταν τσακισμένος οικονομικά από τον πόλεμο και να
εμποδίσει την εξάπλωση του σοσιαλισμού, αφού το λαϊκο-επαναστατικό
κίνημα, λόγω του πολέμου και της αίγλης του σοσιαλισμού, ήταν σε ανοδική
πορεία. Οι ισχυρές καπιταλιστικές χώρες της Ευρώπης συνειδητοποιούν την
ανάγκη συνένωσης των δυνάμεών τους στις συγκεκριμένες τότε συνθήκες της
εποχής του ανώτατου σταδίου του καπιταλισμού (ιμπεριαλισμός), για να
αναπτυχθούν οι οικονομίες τους, διεκδικώντας όσο γίνεται μεγαλύτερο
μερίδιο στην παγκόσμια καπιταλιστική αγορά, τα όρια της οποίας μετά την
εξάπλωση του σοσιαλισμού στένευαν, και να αντιμετωπίσει επίσης την άνοδο
του σοσιαλισμού στην Ευρώπη.
Οι ΗΠΑ, παρότι διέβλεπαν στις τάσεις
καπιταλιστικής ενοποίησης στην Ευρώπη έναν εν δυνάμει ανταγωνιστή τους,
μπροστά στην ενδυνάμωση του καπιταλισμού, στην οποία οι ίδιες συνέβαλαν
με κεφάλαια (Σχέδιο Μάρσαλ), συναινούν σ' αυτήν την προοπτική. Ετσι,
στις 18 Απρίλη 1951, η Γαλλία, η Δυτική Γερμανία, η Ιταλία, το Βέλγιο, η
Ολλανδία και το Λουξεμβούργο υπέγραψαν στο Παρίσι, τη Συνθήκη για τη
δημιουργία της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ανθρακα και Χάλυβα (ΕΚΑΧ). Ηταν το
πρώτο βήμα. Το επόμενο βήμα έγινε στη Ρώμη όπου οι έξι χώρες: Γαλλία,
Δυτική Γερμανία, Ιταλία, Βέλγιο, Ολλανδία και Λουξεμβούργο υπέγραψαν,
στις 25 Μάρτη 1957, τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής
Κοινότητας (ΕΟΚ). Ηταν η ΕΟΚ των «6», που αργότερα και σταδιακά έγινε η
ΕΟΚ των «12».
Ενα παραπέρα βήμα στην τάση της καπιταλιστικής ενοποίησης
ήταν η απόφαση της Συνόδου Κορυφής της ΕΟΚ στο Λουξεμβούργο, το
Δεκέμβρη του 1985, που υιοθέτησε την Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη για τη
δημιουργία της Ενιαίας Εσωτερικής Αγοράς, διαδικασία η οποία θα
ολοκληρωνόταν στο τέλος του 1992. Ετσι, στο τέλος του 1991, με τη
Συνθήκη του Μάαστριχτ, η ΕΟΚ των «12» μετεξελίσσεται σε ΕΕ των «12»,
αργότερα των «15» και πρόσφατα, με τη διεύρυνση των «25»,(εντάχθηκαν οι
Κύπρος, Μάλτα, Τσεχία, Σλοβακία, Ουγγαρία, Πολωνία, Λετονία, Λιθουανία,
Εσθονία και Σλοβενία). Η ανατροπή των σοσιαλιστικών καθεστώτων και η
δημιουργία νέων καπιταλιστικών κρατών στο έδαφός τους δημιούργησε νέα
εδάφη για μοίρασμα, όξυνε παραπέρα το διεθνή καπιταλιστικό ανταγωνισμό
και επέτεινε τη μετεξέλιξη της ΕΟΚ σε ΕΕ, πριν καν ολοκληρωθεί η
διαδικασία (απόσπασμα απο τον "Ριζοσπάστη")
ΗΕλλάδα υπήρξε το πρώτο συνδεδεμένο κράτος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας. Αποτέλεσε στρατηγική επιλογή και βασική επιδίωξη των ελληνικών κυβερνήσεων υπό τον Κωνσταντίνο Καραμανλή κατά την περίοδο 1955-1961. Από αρκετούς θεωρείται σήμερα πως η τελική προσχώρηση της Ελλάδας στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες το 1979-1981 αποτέλεσε την υλοποίηση της από το 1961 απόφασης για τη συνεργασία με την ΕΟΚ , η οποία ανεστάλη από τη δικτατορία των συνταγματαρχών.
Η επιλογή για συμμετοχή στην ΕΟΚ και όχι στην ΕΖΕΣ (Ευρωπαϊκή Ζώνη Ελευθέρων Συναλλαγών), που αποτελούσε το αντίπαλον δέος και βρισκόταν υπό τη βρετανική ηγεσία, ήταν πολύ πιο ελκυστική. Βασικός λόγος ήταν πως η Ελλάδα δεν μπορούσε να συμμετάσχει σε μια Κοινότητα βαριάς βιομηχανίας (γιατί δεν είχε), αλλά μπορούσε να συμμετάσχει σε μια Κοινή Αγορά. Επιπλέον, η ΕΟΚ έδινε έμφαση στο ζήτημα αγροτικών προϊόντων, που ήταν ζήτημα ζωτικής σημασίας για την Ελλάδα.
Στις 30Μαρτίου1961 εξαγγέλθηκε, μεκοινό ανακοινωθέν, η επίτευξη οριστικής συμφωνίας για τη Σύνδεση της Ελλάδας με την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα υπό τη μορφή τελωνειακής ένωσης, σε συνδυασμό με την ειδική πρόβλεψη μεταβατικής περιόδου.
Η συμφωνία συνοδευόταν από αριθμό συνημμένων πρωτοκόλλων, με αντικείμενο την αντιμετώπιση των ιδιαιτέρων προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας. Παράλληλα, προβλεπόταν η χρηματοδοτική βοήθεια με σκοπό την επιτάχυνση της οικονομικής ανάπτυξης και την ταχύτερη δυνατή εξυπηρέτηση του βιοτικού επιπέδου του ελληνικού λαού. Οι όροι της σύνδεσης, τέλος, είχαν διαμορφωθεί ώστε η Ελλάδα, με προϋπόθεση την επίτευξη ικανοποιητικής προόδου, να ενταχθεί μελλοντικά στους κόλπους της Κοινότητας ως πλήρες και ισότιμο μέλος
Χαρακτηριστικός υπήρξε ο λόγος του Έλληνα Πρωθυπουργού, Κωνσταντίνου Καραμανλή, ο οποίος έμελλε 17 χρόνια μετά, το 1979, να υπογράψει και τη Συνθήκη Προσχώρησης της Ελλάδα στην ΕΟΚ: «Εις την συνείδησιν των Ελλήνων, η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότης δεν συνιστά απλώς μίαν οικονομικήν κοινοπραξίαν, αλλά αποτελεί οντότητα με ευρυτέραν πολιτικήν αποστολήν και σημασίαν. Εάν πρώτοι επεδιώξαμεν την μετά της Κοινότητος Σύνδεσιν, ας επράξαμεν τούτο εμπνεόμενοι από την πίστιν ότι η οικονομική ενοποίησης της Ευρώπης θα οδηγήση εις την ουσιαστικήν ευρωπαϊκήν ενότητα και δι’ αυτής εις την ενίσχυσιν της δημοκρατίας και της ειρήνης εις ολόκληρον τον κόσμον.»
Το 1981 έρχεται στην κυβέρνηση ο Ανδρέας Παπανδρέου με βασικό σύνθημα"ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο",και προαναγγέλλει την διαδικασία εξόδου απο την Ε.Ε.Ωστόσο οχι μόνο έφυγε αλλα αντίθετα η θεση της Ελλάδας ενδυναμώθηκε μέσα σ αυτη: Αν όσοι μας ψήφισαν το '81πίστευαν ότι θα φεύγαμε από την ΕΟΚ και το ΝΑΤΟ,δεν θα μας είχαν ψηφίσει».. Η φράση αυτή, που αποδίδεται στην Ανδρέα Παπανδρέου και χρονολογείται από το 1983, καταδεικνύει με τον πλέον χαρακτηριστικό τρόπο πώς ο ιδρυτής του ΠαΣοΚ χρησιμοποιούσε την αντιευρωπαϊκή ρητορική για να απευθύνεται στο πολιτικό του ακροατήριο εντός συνόρων . Ωστόσο ο Ανδρέας Παπανδρέου διέβλεπε απο τότε την αδυναμία σύγκλισης Βορρά και Νότου όπως δέιχνει το σχετικό βίντεο.Μία εβδομάδα μετά τη νίκη στις εκλογές του 1981 ο υφυπουργός Εξωτερικών Ασημάκης Φωτήλας υποβάλλει στο Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων μια περιγραφή της σχέσης Ελλάδας - ΕΟΚ, η οποία συνιστά κατ' ουσίαν μια γενική εισήγηση με σκοπό«να γεφυρωθούν οι διαπεριφερειακές ανισότητες και να ενισχυθούν οι χώρες του Νότου της Ευρώπης».
ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΜΝΗΜΟΝΙΟ
Με τον τρόπο αυτόν το ΠαΣοΚ δείχνει εμπράκτως ότι στόχος του δεν είναι να βγάλει την Ελλάδα από την ΕΟΚ, αλλά να τη θέσει σε μια διαδικασία διαρκούς (επανα)διαπραγμάτευσης.Ακολουθεί η κατάθεση μνημονίου, με το οποίο η ελληνική κυβέρνηση ζητεί την επαναδιαπραγμάτευση των όρων ένταξης της Ελλάδας στην ΕΟΚ, το οποίο απορρίπτεται και εν τέλει η χώρα εντάσσεται (ή μάλλον παραμένει) στην Κοινότητα με τους ίδιους ακριβώς όρους και απολύτως ισότιμα με τα υπόλοιπα μέλη.το 1985 δίνει τέλος στη φιλολογία περί του τι σκοπεύει να κάνει το ΠαΣοΚ με την Ευρώπη: σε συνέντευξη Τύπου μετά το συμβούλιο κορυφής στις Βρυξέλλες ο τότε πρωθυπουργός ανακοινώνει, λίγους μήνες πριν από τις εκλογές, ότι «η Ελλάδα μπήκε στην ΕΟΚ για να μείνει», κάτι που ούτως ή άλλως οι περισσότεροι γνώριζαν
.ΤΟ ΒΕΤΟ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΓΙΑ ΙΣΠΑΝΙΑ ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ
Η έγκριση και η καθιέρωση της πρότασης του Ανδρέα Παπανδρέου για τα ΜΟΠ (Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγραμματα)ήταν αποτέλεσμα σκληρής διαπραγμάτευσης με τις κυβερνήσεις της Γερμανίας και της Μεγάλης Βρετανίας. Ο τότε πρωθυπουργός της Ελλάδας έθεσε βέτο στην προοπτική ένταξης της Πορτογαλίας και της Ισπανίας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Εν τέλει «πήρε» τα ΜΟΠ και συμφώνησε για τη διεύρυνση, την οποία επεδίωκαν οι δύο υπερδυνάμεις της Κοινότητας. Τα ΜΟΠ εφαρμόστηκαν ως και το 1993
1992 Maastricht η συνθήκη του Maastricht η οποία εγκρίθηκε απο την βουλή των Ελλήνων ανταποκρίνεται σε πέντε βασικούς στόχους:
την ενίσχυση της δημοκρατικής νομιμότητας των οργάνων·
τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των οργάνων·
την εγκαθίδρυση μιας οικονομικής και νομισματικής ένωσης·
την ανάπτυξη της κοινωνικής διάστασης της Κοινότητας·
τη θέσπιση μιας κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας
Η νομισματική πολιτική βασίζεται στο ευρωπαϊκό σύστημα κεντρικών τραπεζών (ΕΣΚΤ), που αποτελείται από την ΕΚΤ και τις εθνικές κεντρικές τράπεζες. Τα ιδρύματα αυτά είναι ανεξάρτητα από τις εθνικές και κοινοτικές πολιτικές αρχές.Υπάρχουν ιδιαίτερες διατάξεις για δύο κράτη μέλη. Το Ηνωμένο Βασίλειο δεν ανέλαβε τη δέσμευση της μετάβασης στο τρίτο στάδιο της ΟΝΕ. Η Δανία εξασφάλισε ένα πρωτόκολλο το οποίο ορίζει ότι η δέσμευσή της για το τρίτο στάδιο θα αποφασιστεί με δημοψήφισμα
Τα τρία στάδια για την ΟΝΕ
Η Συνθήκη του
Μάαστριχτ προέβλεπε τη δημιουργία της Οικονομικής και Νομισματικής
Ενωσης (ΟΝΕ), την καθιέρωση ενιαίου νομίσματος για όλα τα κράτη - μέλη
της ΕΕ και ως απώτερο στόχο έθετε την πολιτική ενοποίηση στην ΕΕ με μια
μορφή Ομοσπονδίας ή Συνομοσπονδίας, ζήτημα άλυτο ακόμη, και μάλλον θα
παραμείνει, αφού και εντός της ΕΕ είναι οξύτατος ο ανταγωνισμός σε
επίπεδο κρατών ή ομάδων κρατών, καθιερώνοντας σταδιακά σε διάφορους
τομείς τις λεγόμενες Κοινές Πολιτικές. Η Συνθήκη του Μάαστριχτ
έδινε προτεραιότητα στη δημιουργία της ΟΝΕ και στο κοινό νόμισμα. Η
διαδικασία διαμόρφωσης της ΟΝΕ χωρίστηκε σε τρία στάδια, προκειμένου να
εφαρμοστεί. Το πρώτο στάδιο έπρεπε να ολοκληρωθεί στο τέλος του
1993. Στο χρονικό αυτό διάστημα, αίρονταν οι περιορισμοί στην κίνηση των
κεφαλαίων ανάμεσα στα κράτη - μέλη και εντασσόταν το νόμισμα κάθε
κράτους - μέλους στο Ευρωπαϊκό Νομισματικό Σύστημα (ΕΝΣ). Στο ΕΝΣ
μετείχαν τότε οι 11 χώρες της ΕΟΚ, εκτός της Ελλάδας. Η δραχμή έπρεπε να
ενταχθεί στο ΕΝΣ μέχρι 31 Δεκέμβρη 1994. Πράγματι η δράχμή εντάχθηκε
στο ΕΝΣ το 1994. Επίσης, στη διάρκεια του πρώτου σταδίου,
προβλεπόταν η εφαρμογή πολιτικής σε κάθε κράτος - μέλος, που θα οδηγούσε
στη «σύγκλιση των οικονομιών» και τέθηκαν ενιαία κριτήρια ως προς αυτό
για όλα τα κράτη - μέλη, σχετικά με τον πληθωρισμό, τα δημόσια
ελλείμματα, το δημόσιο χρέος, τα επιτόκια. Καθόρισαν, δε, διαδικασία
ελέγχου αυτής της πορείας από τα Συμβούλια Κορυφής και το ΕΚΟΦΙΝ. Το
δεύτερο στάδιο της ΟΝΕ θα άρχιζε από την 1η Γενάρη 1994. Στο στάδιο
αυτό θα δημιουργούνταν το Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ινστιτούτο (ΕΝΙ), με
σκοπό το συντονισμό της νομισματικής πολιτικής και την προώθηση των
προϋποθέσεων για το κοινό νόμισμα. Μέχρι το τέλος του 1996, που θα
διαρκούσε το δεύτερο στάδιο της ΟΝΕ, θα έπρεπε να είχαν επεξεργαστεί το
πλαίσιο ίδρυσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ). Σ' αυτό
το στάδιο άρχιζαν να εφαρμόζονται οι διατάξεις για την ελεύθερη
διακίνηση των κεφαλαίων, η απαγόρευση του δανεισμού του Δημοσίου και
άρχιζε η ανεξαρτητοποίηση των κεντρικών τραπεζών από τις εθνικές
νομοθεσίες. Μέχρι 31 Δεκέμβρη 1996, το Συμβούλιο των αρχηγών
κρατών θα αποφάσιζε κατά πόσον η Κοινότητα είναι έτοιμη να μπει στο
τρίτο στάδιο της ΟΝΕ, που θα άρχιζε στο τέλος του 1997, όπως όριζε η
Συνθήκη ή, αν δεν ήταν έτοιμη, το τρίτο στάδιο, θα άρχιζε την 1η Γενάρη
1999.
Στο τρίτο στάδιο, οι οικονομίες των κρατών - μελών θα
ελέγχονταν από τα όργανα της Κοινότητας ως προς το βαθμό «σύγκλισης» των
οικονομιών, δηλαδή την εκπλήρωση των τεσσάρων κριτηρίων, το ΕΝΙ θα
μετατρεπόταν στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ). Η ΕΚΤ, όταν
ιδρυόταν, μαζί με όλες τις κεντρικές τράπεζες των κρατών - μελών θα
αποτελούσαν το Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ). Η ΕΚΤ θα
εκδίδει αποφάσεις και κανονισμούς, που θα έχουν υποχρεωτική ισχύ για
κάθε κράτος - μέλος. Σ' αυτό το στάδιο τα εθνικά νομίσματα θα
καταργούνταν και θα υιοθετούνταν το κοινό ευρωνόμισμα. Εως τότε υπήρχε
βεβαίως το ECU, που ήταν η Ευρωπαϊκή Νομισματική Μονάδα, με την οποία
συγκρίνονταν τα εθνικά νομίσματα, αλλά και με βάση την οποία γίνονταν οι
οικονομικές μετρήσεις σε επίπεδο ΕΕ, (προϋπολογισμός, επιδοτήσεις
κλπ.). Από την 1η Γενάρη 1999, η ΟΝΕ ξεκινά και σ' αυτήν
συμμετέχουν όσα κράτη - μέλη της Κοινότητας πληρούν τα τέσσερα κριτήρια.
Στην ΟΝΕ μπήκαν το 1999 οι Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία,Ολλανδία, Βέλγιο,
Λουξεμβούργο, Ισπανία, Πορτογαλία Ιρλανδία, Φινλανδία και Αυστρία. Η
Ελλάδα μπήκε το 2001. Δε συμμετέχουν οι Βρετανία, Δανία, και Σουηδία, οι
δύο τελευταίες μετά απο δημοψήφισμα.
ΑΛΛΕΣ ΣΗΜΑΝΤΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ
Συνθήκη της Λισσαβόνας (2007)Η συνθήκη της Λισσαβόνας προβαίνει σε εκτεταμένες μεταρρυθμίσεις. Θέτει τέλος στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, καταργεί την παλαιά αρχιτεκτονική της ΕΕ και προβαίνει σε νέα κατανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ ΕΕ και κρατών μελών. Ο τρόπος λειτουργίας των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων και η διαδικασία λήψης αποφάσεων έχουν επίσης υποστεί τροποποιήσεις. Στόχος είναι να βελτιωθεί η διαδικασία λήψης αποφάσεων σε μία διευρυμένη Ένωση των 27 κρατών μελών. Επίσης, η συνθήκη της Λισσαβόνας μεταρρυθμίζει πολλές εσωτερικές και εξωτερικές πολιτικές της ΕΕ. Πιο συγκεκριμένα, επιτρέπει στα θεσμικά όργανα να νομοθετούν και να εγκρίνουν μέτρα σε νέους τομείς πολιτικών.
Η παρούσα συνθήκη τροποποιήθηκε επίσης από τις ακόλουθες συνθήκες ένταξης:
Συνθήκη ένταξης της Αυστρίας, της Φινλανδίας και της Σουηδίας (1994), με την οποία τα κράτη μέλη της Κοινότητας γίνονται δέκα πέντε.
Συνθήκη ένταξης της Κύπρου, της Εσθονίας, της Ουγγαρίας, της Λετονίας, της Λιθουανίας, της Μάλτας, της Πολωνίας, της Δημοκρατίας της Τσεχίας, της Σλοβακίας και της Σλοβενίας (2003).Με την εν λόγω συνθήκη αυξάνεται ο αριθμός των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας από δεκαπέντε σε είκοσι πέντε.
Συνθήκη ένταξης της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας (2005).Με την εν λόγω συνθήκη αυξάνεται ο αριθμός των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας από είκοσι πέντε σε είκοσι επτά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου