Γυρνάγαμε τις γειτονιές και στα σοκάκια πιτσιρίκια ,ανήμερα της Μ.Παρασκευής,για να πούμε τα Πάθη, τα κάλαντα των Παθών δηλαδή,να προαναγγειλουμε την θλιψη ,να μοιρολογήσουμε μαζί με τους συγχωριανούς μας ,κι' ο σπαραχτικός αντίλαλός τους να κάνει και την πιο σκληρή καρδιά να ραγίσει και, γιομάτη δέος, να μπει βαθειά στο μεγάλο νόημα των Παθών του Θεανθρώπου.
Στα χέρια μας κρατούσαμε ένα ψάθινο καλάθι καλυμμένο με μια μαυρη μαντηλα, που πήγαινε αντάμα με τους πρώτους στίχους του μοιρολογιού"Σήμερα μαύρος ουρανός σήμερα μαύρη μέρα"...
Κι κύρης του σπιτιού περίμενε υπομονετικά σκυθρωπός να τ ακούσει..Και δεν είχε φίλεμα(φρέσκα αυγά για την Λαμπρή")αν δεν τ άκουγε όλο...
Τούτα τα κάλαντα που με τόσο κόπο τ αποτύπωνε η παιδική μας μνήμη μας τα θύμισε ο συντοπίτης μας Σπυρος Καμμένος στον προσωπικό του λογαριασμό στο fb..
Σπύρο σ ευχαριστούμε!
"ΤΟ ΜΟΙΡΟΛΟΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ όπως το τραγουδούσε ο ψαλτης του χωριού μου μπάρμπα Χριστόφορος Καλλιφώνης και το εμαθε και σε μένα. Θεος σχωρέστον!!!
Κάτω στα Ιεροσόλυμα και στου Χριστού τον τάφο
Εκεί δέντρος δεν ήτανε και δέντρος φανερώθη
Ο δέντρος ήταν ο Χριστός και η ρίζα η Παναγία
Κι αυτά τα ριζοκλώναρα ήταν οι μάρτυρές του
Που μαρτυρούσαν κι έλεγαν για του Χριστού τα Πάθη.
Εκεί δέντρος δεν ήτανε και δέντρος φανερώθη
Ο δέντρος ήταν ο Χριστός και η ρίζα η Παναγία
Κι αυτά τα ριζοκλώναρα ήταν οι μάρτυρές του
Που μαρτυρούσαν κι έλεγαν για του Χριστού τα Πάθη.
Σήμερα μαύρος Ουρανός, σήμερα μαύρη μέρα,
σήμερα όλοι θλίβονται και τα βουνά λυπούνται,
σήμερα έβαλαν βουλή οι άνομοι Οβραίοι,
οι άνομοι και τα σκυλιά κι' οι τρισκαταραμένοι
για να σταυρώσουν το Χριστό, τον Πάντων Βασιλέα.
Ο Κύριος ηθέλησε να μπει σε περιβόλι
να λάβει δείπνο μυστικόν για να τον λάβουν όλοι.
Κι' η Παναγιά η Δέσποινα καθόταν μοναχή της,
τας προσευχάς της έκανε για το μονογενή της.
Φωνή τους ήρθ' εξ Ουρανού απ' Αρχαγγέλου στόμα:
-Σώνουν κυρά μ΄ οι προσευχές, σώνουν και οι μετάνοιες,
το γιό σου τον επιάσανε και σαν φονιά τον πάνε
και στου Πιλάτου τις αυλές εκεί τον τυρανάνε.
-Χαλκιά-χαλκιά, φτιάσε καρφιά, φτιάσε τρία πιρούνια.
Και κείνος ο παράνομος βαρεί και φτιάχνει πέντε.
-Συ Φαραέ, που τά 'φτιαξες πρέπει να μας διατάξεις.
-Βάλτε τα δυο στα χέρια του και τ' άλλα τα δυο στα πόδια,
το πέμπτο το φαρμακερό βάλτε το στην καρδιά του,
να τρέξει αίμα και νερό να λιγωθεί η καρδιά του.
Κι' η Παναγιά σαν τ΄ άκουσε έπεσε και λιγώθη,
Στάμνα νερό της ρίξανε, τρία κανάτια μόσχο
για να της ερθ' ο λογισμός, για να της έρθει ο νους της.
Και σαν της ηρθ' ο λογισμός, και' σαν της ηρθ' ο νους της,
ζητάει μαχαίρι να σφαγεί, φωτιά να πάει να πέσει,
ζητάει γκρεμό να γκρεμιστεί για το μονογενή της.
Λάβε, κυρά μ' υπομονή, λάβε, κυρά μ' ανέση.
-Και πώς να λάβω υπομονή και πώς να λάβω ανέση,
που έχω γιο μονογενή και κείνον Σταυρωμένο.
Η Μάρθα κι' η Μαγδαληνή και του Λαζάρου η μάνα
του Ιακώβου η αδερφή, κι' οι τέσσερες αντάμα,
επήραν το στρατί-στρατί, στρατί το μονοπάτι
το μονοπάτι τσ΄ έβγαλε μες του ληστή την πόρτα.
-Άνοιξε πόρτα του ληστή και πόρτα του Πιλάτου.
Κι' η πόρτα από το φόβο της ανοίγει μοναχή της.
Τηράει δεξιά, τηράει ζερβά, κανέναν δεν γνωρίζει,
τηράει και δεξιότερα βλέπει τον Αϊ Γιάννη,
Άγιε μου Γιάννη Πρόδρομε και βαπτιστή του γιου μου,
μην είδες τον υγιόκα μου και συ το δάσκαλό σου;
-Δεν έχω στόμα να σου πω, γλώσσα να σου μιλήσω,
δεν έχω χεροπάλαμο για να σου τόνε δείξω.
Βλέπεις Εκείνον το γυμνό, τον παραπονεμένο,
οπού φορεί πουκάμισο στο αίμα βουτηγμένο,
οπού φορεί στην κεφαλή αγκάθινο στεφάνι;
Αυτός είναι ο γυιόκας σου και μένα ο δάσκαλός μου!
Κι' η Παναγιά πλησίασε γλυκά τον αγκαλιάζει.
-Δε μου μιλάς παιδάκι μου, δε μου μιλάς παιδί μου;
-Τι να σου πω, Μανούλα μου, που διάφορο δεν έχεις•
μόνο το μέγα-Σάββατο κατά το μεσονύχτι,
που θα λαλήσει ο πετεινός και θα βαρούν καμπάνες,
τότε και συ, Μανούλα μου, θα ΄χεις χαρά μεγάλη!
Όποιος τ' ακούει σώζεται κι' όποιος το λέει αγιάζει,
κι' όποιος το καλοφουγκραστεί Παράδεισο θα λάβει,
Παράδεισο και λίβανο απ' τον Άγιο Τάφο.
Σπύρος Καμμένος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου